Καθεστώς προστασίας στα φάρμακα υψηλού κόστους (24% αυξήθηκαν κατά μ.ό. οι τιμές τους την τελευταία πενταετία)

Καθεστώς προστασίας φαίνεται να ακολουθείται μέχρι σήμερα στα φάρμακα «υψηλού κόστους», ενίοτε κατονομαζόμενα και ως “καινοτόμα”, γύρω από τη συμμετοχή τους στη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης. Παράλληλα, τα στοιχεία που αφορούν στην κατανάλωση επιβεβαιώνουν το φαινόμενο της πολυφαρμακίας που θέλει τους Έλληνες να «παίρνουν φάρμακα σαν καραμέλες».
Xαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία της Ομοσπονδίας Συνεταιρισμών Φαρμακοποιών Ελλάδος (ΟΣΦΕ) που είδαν το φώς της δημοσιότητας και αφορούν σε δεδομένα κατανάλωσης φαρμάκων, καθώς επίσης και στην εξέλιξη στις τιμές τόσο των οικονομικών όσο και των φαρμάκων υψηλού κόστους.
Ειδικότερα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός, ότι, ενώ η μέση τιμή αξίας ανά τεμάχιο των φαρμάκων μειώθηκε από 11,47 ευρώ που ήταν το 2009 σε 8 ευρώ το 2014 (30,25%), η αντίστοιχη μείωση στον όγκο κατά το συγκεκριμένο διάστημα περιορίστηκε μόλις στο 5,5%. Επιπλέον, σε όρους τεμαχίων, έχει υπολογιστεί, ότι το 2014 πωλήθηκαν από τα φαρμακεία περίπου 390 εκατ. συσκευασίες φαρμάκων, μέγεθος που αντιστοιχεί περίπου σε 39 κουτιά φαρμάκου ανά άτομο τον χρόνο.
Παράλληλα, η μέση τιμή των φαρμάκων «υψηλού κόστους» έμεινε ανεπηρέαστη από τις δεσμεύσεις για μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, αφού αντί να σημειώσει πτώση, σημείωσε αύξηση: από 187 ευρώ που ήταν το 2010 στα 232,4 ευρώ το 2014 (αύξηση 24,2%).
Κι ενώ θα μπορούσε η εξέλιξη αυτή να σχετίζεται με την εισαγωγή «καινοτόμων» φαρμάκων στην ελληνική αγορά, αυτό φαίνεται να αποτελεί ένα άλλοθι. Σε δηλώσεις του αντιπροέδρου του ΟΣΦΕ, κ.Α.Γαλανόπουλου στην «Καθημερινή» της Κυριακής και τη δημοσιογράφο, κ.Π.Μπουλούντζα, τονίζονται τα εξής: «Δεν εφαρμόστηκε στην Ελλάδα κανένα από τα μέτρα που ισχύουν σε άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως π.χ. η “δοκιμαστική περίοδος” στην εισαγωγή καινοτόμων -και άρα πιο ακριβών- φαρμάκων στην αγορά, ώστε να εξακριβωθεί η σχέση κόστους-οφέλους για τους ασθενείς».
Εύκολα αντιλαμβάνεται ο καθένας μας λοιπόν, ότι οι προσπάθειες των κυβερνήσεων για μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης εστίασαν μονομερώς στις τιμές των φαρμάκων, και κυρίως των οικονομικότερων Ελληνικών, με συνέπεια να υποβαθμιστεί η ανάγκη λήψης μέτρων ελέγχου της κατανάλωσης φαρμάκων, αλλά και χρήσης εργαλείων αξιολόγησης του κόστους-αποτελεσματικότητας των καινοτόμων ακριβών θεραπειών.
Στο πλαίσιο αυτό, εγείρονται μια σειρά από σοβαρά ηθικά ζητήματα σχετικά με το κατά πόσο η ακολουθούμενη μέχρι σήμερα πολιτική εξοικονομήσεων στον χώρο του φαρμάκου ωφέλησε την υγεία των Ελλήνων πολιτών, δεδομένης της πολυφαρμακίας που συνεχίζει να παρατηρείται στη χώρα μας.
Παράλληλα, η κατανομή της «πίτας» της φαρμακευτικής δαπάνης εξακολουθεί να πριμοδοτεί τα ακριβά φάρμακα, τη στιγμή που τα περισσότερα από αυτά αποτελούν μικρές παραλλαγές (me-too) παλαιοτέρων οικονομικών φαρμάκων – μια εξέλιξη που εξυπηρετεί κυρίως την κερδοφορία των πολυεθνικών φαρμακοβιομηχανιών, χωρίς κάποια σημαντική διαφοροποίηση σε επίπεδο θεραπευτικού αποτελέσματος, γεγονός που δεν δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό που τους αποδίδεται ως «καινοτόμα».
Eιδική φορολογίαΟμπάμα στις πολυεθνικές
Κι όλα αυτά τη στιγμή που πολλές κυβερνήσειςσε παγκόσμιο επίπεδο προσανατολίζονται στην ανάσχεση της ασύδοτης κερδοσκοπικής συμπεριφοράς των πολυεθνικών επιχειρηματικών κολοσσών. Η αναζήτηση, για παράδειγμα, «φορολογικών παραδείσων» δεν αποτελεί μια ελληνική πρωτοτυπία, αλλά μια διεθνή πρακτική που ακολουθείται από πληθώρα πολυεθνικών επιχειρήσεων από τον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας.
Στην κατεύθυνση αυτή, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον ητοποθέτηση του προέδρου των ΗΠΑ, κ. ΜπάρακΟμπάμα, γύρω από το ζήτημα των πολυεθνικών εταιρειών που δηλώνουν τα κέρδη τους σε χώρες με ευνοϊκότερο καθεστώς. Ειδικότερα, η αμερικανική κυβέρνηση θέτει σε προτεραιότητα τη επιβολή έκτακτου φόρου ύψους 14% για τις πολυεθνικές εταιρείες που δηλώνουν τα κέρδη τους στο εξωτερικό.
Σε μια εποχή παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης και ανθρωπιστικής κρίσης είναι αυτονόητο, ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει να έχουν θέση τέτοιου είδους επιχειρηματικές πρακτικές, οι οποίες όχι μόνο συντηρούν το φαινόμενο της διαφθοράς, αλλά δημιουργούν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία των πολιτών. Κι αυτό τίθεται, έστω και κατόπιν εορτής, στο επίκεντρο των κυβερνήσεων διεθνώς με τον κλάδο του φαρμάκου να χρήζει σοβαρής εξυγίανσης.